πάλμυς

πάλμυς
Μυθολογικό πρόσωπο. Γιος του Ιπποτίωνα, ηγεμόνα της Ασκανίας, πόλης της Βιθυνίας. Ήταν σύμμαχος των Τρώων και πολέμησε γενναία μαζί με τον Έκτορα.
* * *
πάλμυς, -υδος, ὁ (ΑΜ)
(ως επίθ. τού Διός) βασιλέας, βασιλέας τών πάντων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για λυδική λ., πρβλ. λυδ. talmluš, τού οποίου το αρκτικό σύμφωνο δεν σώζεται αλλά ήταν πιθ. χειλοϋπερωϊκός φθόγγος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Πάλμυς — Πάλμῡς , Πάλμυς masc acc pl Πάλμυς masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πάλμυ — Πάλμυς masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πάλμυν — Πάλμυς masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πάλμυος — Πάλμυς masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”